Το κτίριο Αβραάμ Μουσών

Το κτίριο Αβραάμ Μουσών

Ιστορικά στοιχεία για το κτίριο Μουσών που ελπίζουμε να στεγάσει το Μουσείο Πόλης της Λάρισας, όπως τα ανέφερε σε άρθρο του στην ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ στις 25 Μαΐου 2015 το μέλος της Φωτοθήκης κ. Νίκος Παπαθεοδώρου.

Καθώς διασχίζει κάποιος την οδό Παλαιστίνης, στον αριθμό 7, κοντά στη συμβολή της με την Φαρμακίδου, ενστικτωδώς κοντοστέκεται για να θαυμάσει έστω και στιγμιαία ένα κτίριο που ξεχωρίζει, γιατί ικανοποιεί ευχάριστα την αισθητική του. Πρόκειται για ένα μεγαλόπρεπο κτίσμα, από τα λίγα που διασώθηκαν από την περίοδο του μεσοπολέμου, και ήταν γνωστό παλαιότερα σαν οικία του Αβραάμ Μουσών. Είναι διώροφο με υπόγειο, μεγάλου εμβαδού και με ιδιότυπη αρχιτεκτονική.

Κατασκευαστής του φέρεται ο Eβραίος Αβραάμ Μπενσουσάν καπνέμπορος από την Καβάλα και η οικοδόμησή του άρχισε το 1929, σε οικόπεδο του Μουσών Αβραάμ. Αρχιτέκτονας του κτιρίου είναι ο Μακ Ρουμπέν[1] από την Κωνσταντινούπολη, ο οποίος την περίοδο εκείνη είχε εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη. Πρόθεση του κατασκευαστή ήταν να προσφέρει το αρχοντικό ως κατοικία στην κόρη του Καρόλα, η οποία είχε παντρευτεί τον Λαρισαίο έμπορο Σαλβατώρ Αβραάμ, γιο της σπουδαίας ισραηλιτικής οικογένειας της πόλεως Μουσών Αβραάμ[2].

Αρχιτεκτονικά το οίκημα ανήκει στο κίνημα του εκλεκτισμού του μεσοπολέμου, το οποίο άρχισε να βρίσκει εφαρμογή κυρίως στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Ήταν η εποχή που παρήκμαζε και έδυε ο νεοκλασικισμός, ο οποίος είχε κυριαρχήσει στον ελληνικό χώρο από το 1850 και νέα αρχιτεκτονικά κινήματα προσπαθούσαν να ανανεώσουν τα αρχιτεκτονικά πρότυπα. Οι οπαδοί του εκλεκτισμού εμπνέονταν απ’ όλους τους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς (βυζαντινό, γοτθικό, νεοκλασικό και άλλους), από τους οποίους χρησιμοποίησαν ότι θεωρούσαν ότι τους ταίριαζε περισσότερο στη σύνθεση του έργου τους, χωρίς να πειθαρχούν σε απόλυτες αρχές. Γι’ αυτό κάθε κτίριο αυτού του τύπου εμφανίζεται με δική του φυσιογνωμία, η οποία δεν έχει τίποτε το συγγενικό με άλλα σύγχρονά του[3]. Στην περίπτωση της οικίας του Αβραάμ Μουσών αιφνιδιάζει η πλούσια σε προσθήκες εμφάνιση των εξωτερικών επιφανειών στις τρεις από τις τέσσερις πλευρές του. Στο εσωτερικό δημιουργούν αίσθηση το ύψος της οροφής, τα ανισόπεδα δάπεδα των δωματίων και η λιτότητα των επιφανειών. Οι εργολάβοι του κτίσματος ήταν Λαρισαίοι και για τη θεμελίωση χρησιμοποιήθηκε παχύ οπλισμένο σκυρόδεμα, γι’ αυτό και άντεξε στους σεισμούς που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα. Για το υπόγειο και το ισόγειο χρησιμοποιήθηκε ως δομικό υλικό η πέτρα, ενώ ο όροφος οικοδομήθηκε με τούβλα.

Παρ’ όλο που το οίκημα αυτό κατασκευάσθηκε με προορισμό να στεγάσει το ζεύγος Σαλβατώρ Αβραάμ, εν τούτοις οι ίδιοι προτίμησαν να κατοικήσουν στο πατρικό του Σαλβατώρ, το οποίο βρισκόταν στον ίδιο δρόμο, λίγο πιο κάτω από το σπίτι που περιγράφουμε. Η Καρόλα Αβραάμ ήταν μία από τις ομορφότερες γυναίκες της προπολεμικής Λάρισας, η οποία εντυπωσίαζε για την κομψότητα και την αριστοκρατική της εμφάνιση[4].Το ζευγάρι ζούσε ευτυχισμένο, αλλά ο Σαλβατώρ Αβραάμ το 1965 πέθανε. Τελικά στο νεόδμητο κτίριο κατοίκησε ο Ελευθέριος Παπαγεωργίου, της γνωστής οικογένειας γαιοκτημόνων και επιχειρηματιών, με συγγενικούς δεσμούς και στον Βόλο. Είναι γνωστή η ιδιοκτησία τους στη Γυρτώνη, όπου το τριώροφο αρχοντικό τους υπάρχει ακόμα και σήμερα ερειπωμένο και φωλιά πελαργών[5].Η αστική κοινωνία της Λάρισας γνώρισε αξέχαστες φιλικές συγκεντρώσεις και διασκεδάσεις στο φιλόξενο περιβάλλον του ζεύγους Παπαγεωργίου.

Κατά τη διάρκεια της κατοχής επιτάχθηκε από τους Γερμανούς, για να στεγάσει διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες. Μεταπολεμικά το νοίκιασε ο Δήμος για να στεγάσει τις υπηρεσίες του. Επειδή το κτίριο αυτό βρισκόταν στην παλιά γειτονιά μου, θυμάμαι πολύ καλά ότι στο υπόγειο είχε μετακομίσει από το τζαμί η Δημοτική Βιβλιοθήκη και μια ομάδα φίλων, με την προτροπή των γονιών μας, πηγαίναμε κατά τη διάρκεια των διακοπών και δανειζόμασταν διάφορα βιβλία. Στη συνέχεια στέγασε τη Νευρολογική Κλινική του Αλεξάνδρου Ντίνα και κατόπιν ακολούθησαν και άλλοι ενοικιαστές.

Από τις πολλές χρήσεις η οικοδομή άρχισε να παραμελείται και με τον χρόνο να καταστρέφεται. Λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του Σαλβαδώρ Αβραάμ το 1965, καθώς το σπίτι ήταν υποθηκευμένο σε τράπεζα, αγοράσθηκε από τον μηχανικό Ευριπίδη Σταθόπουλο. Το 1987 ύστερα από διάφορες εισηγήσεις κρίθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού διατηρητέο. Το γεγονός αυτό χαροποίησε τους Λαρισαίους, ιδιαίτερα εκείνους οι οποίοι εμφανίζουν ευαισθησία σε θέματα αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Ο νέος ιδιοκτήτης προχώρησε στην προσεκτική αποκατάστασή του, υπακούοντας στις υποδείξεις των υπευθύνων του υπουργείου Πολιτισμού και επανέφερε το κτίριο στην προηγούμενη κατάστασή του. Για ένα μεγάλο διάστημα φιλοξένησε καταστήματα αναψυχής (Μούσες, ArtDeco) και εδώ και λίγα χρόνια παραμένει επικίνδυνα αχρησιμοποίητο.

Το κτίσμα αυτό του Μουσών Αβραάμ αποτελεί ένα φωτεινό παράδειγμα για το πώς έπρεπε η πόλη να διατηρήσει, να συντηρήσει και να ανακαινίσει τα τραυματισμένα από τις κακουχίες και τον πόλεμο προπολεμικά κτίσματα και αρχοντικά που διέθετε και τα οποία την στόλιζαν, χωρίς να χρειασθεί να αλλοιωθεί η αρχιτεκτονική μορφή της και η ομορφιά αυτή να αντικατασταθεί σήμερα με πολυώροφα κτίρια χωρίς κάποια αισθητική έμπνευση, με πυκνή δόμηση και μείωση των ελεύθερων χώρων. Έτσι η Λάρισα έφθασε σήμερα στο σημείο να μην έχει διατηρήσει ουσιαστικά παρά ελάχιστα παλιά κτίσματα, δεν διατήρησε ούτε καν μία εκκλησία από τις παλιές που είχαν κτισθεί τον 19ου αιώνα, ώστε η παρουσία τους να επιβεβαιώνει πως αυτή η πόλη έχει διαχρονική συνέχεια. Και ακούγεται από πολλούς τώρα τελευταία η αναφορά στον όρο ιστορικό κέντρο. Αλλά για ποιο ιστορικό κέντρο ομιλούν; Έχει μείνει κάποιο ιστορικό κτίσμα έστω και από την προπολεμική ακόμα Λάρισα; Εκτός αν εννοούν όσοι το επικαλούνται, τις πολυώροφες οικοδομές που τόσο άναρχα απλώθηκαν στα κεντρικά σημεία της πόλεως. Θα μπορούσαμε ίσως να περιορίσουμε τον όρο κατ’ ανάγκην μόνο στον λόφο της Ακροπόλεως, το Φρούριο όπως επικράτησε να ονομάζεται, αλλά και εκεί η κατάσταση αρχιτεκτονικά έχει ξεφύγει από καιρό.

—————-

[1]. Ο Μακ Ρουμπέν ήταν απόφοιτος της Μέσης Τεχνικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης, και εγκαταστάθηκε επαγγελματικά στη Θεσσαλονίκη. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου (1929-1930) τον βρίσκουμε για λίγο στη Λάρισα. Όπου εργάσθηκε άφησε σπουδαία δείγματα εκλεκτισμικής αρχιτεκτονικής. Πέθανε το 1945

[2]. Ο σύζυγος της Καρόλας, Σαλβατώρ Αβραάμ, ήταν ένας εύθυμος και ανοιχτός άνθρωπος, γνωστός στην κοινωνία της Λάρισας. Αντίθετα ο πατέρας του, Μουσών (Μωυσής) Αβραάμ ήταν ένας σοβαρός έμπορος, χρηματιστής, ιδιοκτήτης αρκετών ακινήτων στην πόλη και από τους πλουσιότερους Λαρισαίους.

[3].Αντωνούλη Α., Γιοβρή Ε., Ιωανίδης Γ., Παπαδόπουλος Α., Αξιόλογα κτίσματα Λάρισας, ΤΕΕ/Τμήμα Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας, Λάρισα, 1994;

[4]. Γουργιώτης Γεώργιος, Μικρά μελετήματα, Αθήνα (2000) σελ. 125-129.

[5]. Το αγρόκτημά τους στην Μπάκραινα, τη σημερινή Γυρτώνη, είχε προπολεμικά μεγάλη παραγωγή μιας ποικιλίας πεπονιών με το όνομα «λετίφια», τα οποία ήταν πολύ νόστιμα. Ήταν τόση η ζήτησή τους στην Αθήνα, αλλά και πανελλήνια, ώστε κάθε χρόνο καλλιεργούσαν δύο με τρεις χιλιάδες στρέμματα απ’ αυτά. Αρχές φθινοπώρου φορτώνονταν από τον σιδηροδρομικό σταθμό της Γυρτώνης ολόκληρες αμαξοστοιχίες με πεπόνια, τα οποία μεταφέρονταν στην αγορά των Αθηνών όπου γίνονταν ανάρπαστα, παρά την μεγάλη τιμή με την οποία τα διέθεταν. Μεταπολεμικά η ποικιλία αυτή δεν καλλιεργήθηκε ξανά. Βλέπε: Ολύμπιος (Κώστας Περραιβός), Φθινόπωρο, εφ. Λάρισα, φύλλο της 13ης Οκτωβρίου 1980.

Πηγή: Φωτοθήκη Λάρισας

Αν έχετε οποιαδήποτε απορία...

Μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας. Θα χαρούμε να ακούσουμε νέα σας!!!
Κενταύρων 29, Πλ. Εβραίων Μαρτύρων Κατοχής, 41222, Λάρισα
2410532965
Δε - Πα: 10:00πμ - 14:00μμ